#story: Μετά… (1/3)

tumblr_p3189gzmze1uocsx1o2_r1_500

Για τον διαγωνισμό Φαntasticwords 2018, στα πλαίσια του Φαntasticon 2018, με θέμα «Πύλες», έγραψα το διήγημα «Μετά…».

Μιλάει για μια κοπέλα που πέθανε και πήγε στον «Παράδεισο». Εκεί γνωρίζει έναν άγγελο, τον Πέτρο, ο οποίος την πηγαίνει στην δίκη για την ζωή της, ώστε να καθοριστεί άμα θα μείνει στον Παράδεισο ή θα πάει στην Κόλαση. Όμως δεν είναι όλα τόσο απλά όσο νομίζει.

Θα ανεβεί σε μέρη. Καλή ανάγνωση!

Ένιωθε το κορμί της πιο ελαφρύ και από πούπουλο. Ένιωθε τον ήλιο καυτό στο δέρμα της. Το αεράκι μπέρδευε τα μαλλιά της. Ένιωθε ήρεμη. Ένιωθε χαλαρή. Άνοιξε τα μάτια της. Ένα εκτυφλωτικό φως την έκανε να ξανακλείσει τα μάτια της πονεμένη. Μόλις τα άνοιξε αντίκρισε έναν καταπράσινο κήπο να απλώνεται από κάτω της. Γεμάτος με κάθε λογής λουλούδια σε όλα τα χρώματα που θα μπορούσε να φανταστεί. Δεν έλειπαν και τα δέντρα. Δέντρα που γνώριζε πολύ καλά, καθώς είχε μεγαλώσει δίπλα στον Βοτανικό κήπο, αλλά και δέντρα τόσο περίεργα που δεν θα πίστευε ποτέ ότι υπάρχουν άμα δεν βρισκόταν εκείνη την στιγμή μπροστά της. Πάνω στο καταπράσινο χορτάρι ήταν τοποθετημένα αραιά παγκάκια με ανάγλυφα λουλούδια στην πλάτης τους και μαρμάρινα πόδια ζώων για στήριξη. Ήταν ότι πιο όμορφο είχε δει στην ζωή της αλλά πως κατέληξε εδώ;

Κοίταξε τριγύρω της μπερδεμένη. Δεν θυμόταν πως είχε έρθει εδώ. Δεν μπορούσε να θυμηθεί καν τι έκανε εκείνη την ημέρα. Ξάπλωσε κοιτώντας τον καταγάλανο ουρανό και συνειδητοποίησε ότι το εκτυφλωτικό φως προερχόταν από τον ήλιο. Πρώτη φορά φώτιζε τόσο πολύ. Μα πως βρέθηκε εκεί; Προσπάθησε να θυμηθεί αλλά το μόνο που της ερχόταν ήταν η εικόνα της αφίσας των Rolling Stones που ήταν κολλημένη απέναντι από την στάση από την οποία κάθε πρωί έπαιρνε το λεωφορείο  για να πάει στην δουλειά της. Η αφίσα ήταν κολλημένη χρόνια σε αυτό το σημείο, από ένα αφιέρωμα που είχε κάνει ένας κινηματογράφος για την μουσική τους. Ήταν 15 τότε. Είχε πείσει με τα χίλια ζόρια την μητέρα της να την αφήσει να πάει και πήγε μόνο με την συνοδεία του αδερφού της, ο οποίος την παράτησε εκεί και πήγε στο σπίτι της κοπέλας του. Ένας θεός ξέρει τι έκαναν εκεί. Ένιωσε τόσο ελεύθερη μέχρι που ο αδερφός της την ξέχασε εκεί και αναγκάστηκε να περπατήσει 5 χιλιόμετρα με τα πόδια για να φτάσει σπίτι της. Εκεί είχε δώσει όμως το πρώτο της φιλί με ένα αγόρι που λεγόταν Γιάννης. Είχε γεύση μπύρας και τσιγάρου, πράγμα που δεν της άρεσε. Τώρα την κοίταζε κάθε φορά και θυμόταν αυτό το κορίτσι με το τζιν σορτσάκι και το μαύρο t-shirt, με το πουκάμισο δεμένο στους γοφούς για στυλ, να χαίρεται που την φίλησε ο κιθαρίστας του σχολικού συγκροτήματος

Μια σκιά της έκρυψε το φως και χάλασε τις σκέψεις της. Ανασηκώθηκε να δει ποιος είναι. Ένα κατάξανθο αγόρι την κοίταζε. Το πρόσωπο του ήταν αψεγάδιαστο, γεμάτο γωνίες που τόνιζαν περισσότερο τα δύο διαπεραστικά γαλάζια μάτια του. Της χαμογέλασε δημιουργώντας λακκάκια στις άκρες των χειλιών του. «Ευρυδίκη πως νιώθεις;». «Ποιος είσαι και πως ξέρεις το όνομα μου;» μάζεψε τα πόδια της και τα αγκάλιασε επιφυλακτικά «Είμαι ο Πέτρος. Χάρηκα για την γνωριμία» της χαμογέλασε πλατιά και το πρόσωπο του φωτίστηκε. Σαν διαφήμιση της colgate είναι… σκέφτηκε. «Που είμαι» είπε μόνο προσπαθώντας να μην δείξει τις σκέψεις της. «Είσαι στο παράδεισο» το χαμόγελο χάθηκε λίγο από το πρόσωπο του και η απώλεια έγινε αισθητή στην Ευρυδίκη. «Τι εννοείς στον παράδεισο» ένιωσε την γη να χάνεται κάτω από τα πόδια της. Το μυαλό της μούδιασε. Το στομάχι της άρχισε να μυρμηγκιάζει. Προσπάθησε να προφέρει την επόμενη ερώτηση αλλά λέξεις δεν έβγαιναν από το στόμα της. «Ναι» της απάντησε στην ερώτηση που δεν είχε κάνει ακόμα. «Είμαι νεκρή;» ρώτησε ούτως ή αλλιώς. «Έφυγες από τον υλικό κόσμο και ήρθες στον άυλο κόσμο. Σε κόσμο που κάποιοι ονομάζουν παράδεισο άλλοι Ηλύσια Πεδία κάποιοι άλλοι ακόμα και Νιρβάνα. Ανάλογα την θρησκεία βλέπεις» της χαμογέλασε καθησυχαστικά, αλλά εκείνη άλλο παρά καθησύχαση δεν ένιωσε.

«Πρέπει να με ακολουθήσεις» έκανε μεταβολή και χωρίς να σιγουρευτεί ότι θα τον ακολουθήσει άρχισε να περπατάει. Κάτι στον τρόπο που περπάταγε τον έκανε να δείχνει αέρινος, σαν να μην πάταγε στο έδαφος. Τα λυγισμένα όμως χορταράκια στο πέρασμα του δεν επιβεβαίωναν την θεωρία αυτή. «Κάτσε περίμενε» άρχισε να τρέχει από πίσω του. «Τι εννοείς πέθανα. Μα πως πέθανα… αφού πριν ήμουν στην στάση στο λεωφορείο και μετά….» σταμάτησε να μιλάει. Δεν θυμόταν που είχε πάει μετά. Δεν θυμάται καν να ανεβαίνει το λεωφορείο. Ή μήπως κατέβαινε το λεωφορείο γιατί γύρναγε σπίτι. Δεν μπορούσε να θυμηθεί. «Δεν θυμάσαι έτσι;» μάντεψε για άλλη μια φορά τις σκέψεις της. Κούνησε το κεφάλι της. «Ακολούθα με και θα σου εξηγήσω». Ξανά άρχισε να περπατάει αλλά αυτήν την φορά κοίταξε για να σιγουρευτεί ότι τον ακολουθούσε. Δειλά δειλά άρχισε να περπατάει.

«Τι θες να μάθεις;» την ρώτησε καθώς πέρναγαν από το γρασίδι σε ένα πέτρινο μονοπάτι. Ήθελε να μάθει τόσα πολλά εκείνη την στιγμή αλλά οι λέξεις που βγήκαν από το στόμα της την εξέπληξαν όσο εξέπληξαν και το αγόρι μπροστά της. «Δηλαδή ο Παράδεισος είναι ένας κήπος;». Ο Πέτρος άρχισε να γελάει. «Δεν περίμενα αυτήν την ερώτηση» την κοίταξε και τα μάτια του έλαμπαν «δεν θες να μάθεις πως πέθανες;». «Ναι θέλω αλλά….» κόμπιασε «για να μάθω πως πέθανα πρέπει να πιστέψω ότι πέθανα». Ο Πέτρος άρχισε ξανά να γελάει. «Λοιπόν. Ο παράδεισος είναι μία ρευστή οντότητα και παίρνει το σχήμα που της δίνει ο κάθε άνθρωπος. Εσένα σε ηρεμούσε ένας κήπος, έτσι σου έδωσε έναν κήπο». Ο τόνος του ήταν τόσο χαλαρός και ήρεμος που την βοήθησε να χαλαρώσει αρκετά ώστε να κάνει την επόμενη ερώτηση. «Δηλαδή πίστευε ότι ένα κούκλος ξανθός άντρας με γαλάζια μάτια θα με ηρεμούσε και σε εμφάνισε εδώ;» μόλις όμως βγήκαν αυτά τα λόγια από το στόμα της αμέσως το μετάνιωσε. Ο Πέτρος φάνηκε να κοκκινίζει αλλά ο τόνος της φωνής του δεν άλλαξε καθόλου. «Μάλλον» ακούστηκε κάπως πιο σφιγμένος όμως.

«Λοιπόν… ας το ρωτήσω και αυτό…» κόμπος ανεβοκατέβαινε στο στομάχι της «πως πέθανα;». Το πρόσωπο του Πέτρου σκοτείνιασε και μια στεναχώρια πέρασε από τα μάτια του. Οι δυο γαλάζιες θάλασσες στο πρόσωπο του φάνηκαν να γεμίζουν σύννεφα. «Σε χτύπησε αυτοκίνητο». «Με χτύπησε αυτοκίνητο;». «Ναι σε χτύπησε αυτοκίνητο». «Πως με χτύπησε αυτοκίνητο;». «Μόλις είχες βγει από το λεωφορείο και πέρασες το δρόμο. Ένας οδηγός πήγε να περάσει με κόκκινο και….».

«Με χτύπησε».

«Σε χτύπησε».

«Πέθανα επί τόπου;».

«Ναι.»

To be continue…


Ελπίζω να σας άρεσε μέχρι στιγμής. Μέχρι την επόμενη φορά σας φιλώ ❤

Δες επίσης:
Part 2
Part 3

2 σκέψεις σχετικά με το “#story: Μετά… (1/3)

Σχολιάστε

Εισάγετε τα παρακάτω στοιχεία ή επιλέξτε ένα εικονίδιο για να συνδεθείτε:

Λογότυπο WordPress.com

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό WordPress.com. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Facebook

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Facebook. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Σύνδεση με %s