Γιαννίσης, Β. (2017). Ο χορός των νεκρών. Αθήνα: Διόπτρα.
(3,5/5)
Το τελευταίο ανάγνωσμα για το έτος 2017 ήταν ένα βιβλίο που εκδόθηκε το 2017 (μπραβο μου) και είναι Έλληνα συγγραφέα. Μιλάμε για το «Ο χορός των νεκρών» του Βαγγέλη Γιαννίση. Αυτό το βιβλίο το αγόρασα από την Γιορτή Βιβλίου στο Ζάππειο και το προτίμησα από το «Έγκλημα στην οικογένεια του σερ Τζέιμς» της Kate Saunders (άσχετο που το αγόρασα και αυτό πριν από ένα μήνα). Διατίθεται από τις εκδόσεις Διόπτρα και στον πάγκο τους όλοι τον εκθείαζαν. Λέω κι εγώ: «Ας του δώσουμε μια ευκαιρία».
Πρώτα το έδωσα στην μητέρα μου να το διαβάσει. Μου είπε ότι ήταν καλό και μου έγραψε και μία κριτική. Θα την βρείτε στην επόμενη σελίδα (πολύ καλύτερη, οφείλω να ομολογήσω, από αυτό που πρόκειται να διαβάσετε! Να την προτιμήσετε περισσότερο!).
Δεν την είδα απογοητευμένη και το πήρα στα χέρια μου.
Το βιβλίο αποτελεί μία ακόμα, από ότι έμαθα αργότερα, ιστορία του επιθεωρητή Άντερς Οικονομίδη, ο οποίος είναι μισός Έλληνας και μισός Σουηδός. Ο Άντερς μένει και δουλεύει στο Έρεμπρο, μαζί με την γυναίκα του Λίσμπεθ και τον γιο τους Γιάννη.
Η ιστορία ξεκινάει με έναν άγνωστο άντρα να επιστρέφει στο Έρεμπρο, σχεδόν τριάντα χρόνια αφότου έφυγε από τη γενέτειρά του, αποφασισμένος να φέρει εις πέρας μια τελευταία αποστολή. Το όνομα του Σαμαήλ. Μερικά χιλιόμετρα νότια και μερικές ώρες αργότερα το κατακρεουργημένο σώμα ενός άλλου άντρα βρίσκεται στα παγωμένα νερά του ποταμού Σβαρτόν. Σύντομα η αστυνομία ανακαλύπτει όχι μόνο την ταυτότητα του θύματος, αλλά και το φρικιαστικό μυστικό που έκρυβε στο υπόγειο του σπιτιού του: ο συγκεκριμένος άντρας εμπλεκόταν σε ένα κύκλωμα παιδεραστών, ενώ το υπόγειό του είχε μετατραπεί στο κελί ενός αγοριού. Ενός αγοριού που έχει εξαφανιστεί.
Να πω την αλήθεια καθόμουν επί μία ώρα κοιτώντας την λευκή σελίδα του «Επεξεργασία άρθρου» προσπαθώντας να βρω τις κατάλληλες λέξεις για να εκφράσω το πως πέρασα με αυτό το βιβλίο. Δεν ήξερα ακριβώς τι να πω και τι να γράψω. Μου άρεσε αρκετά σαν βιβλίο, αυτό ήταν το μόνο που ήξερα.
Σαν γράψιμο ήταν προσβάσιμο και ευκολοδιάβαστο. Μόλις το έπαιρνα στα χέρια μου απλά με παρέσερνε σε μία περιπέτεια και είχα διαβάσει 50 σελίδες χωρίς να το καταλάβω (και είχα χάσει την στάση που έπρεπε να κατέβω οδεύοντας σε άγνωστα μέρη, άγνωστα νερά). Το θέμα μου ήταν το να το πιάσω στα χέρια μου. Δυστυχώς έπεσε σε ένα διάστημα δύσκολο για μένα, όχι μόνο προσωπικά αλλά και αναγνωστικά. Έτσι απλά πίεζα τον εαυτό μου να το διαβάσω γιατί ήθελα να δω τι γίνεται στο τέλος. Ήθελα να μάθω τι θα συνέβαινε στον Άντερς και στον Σαμαηλ. Ήθελα τόσο πολύ να το διαβάσω και δεν είχα τα περιθώρια να πέσω σε μια reading slump. Ευτυχώς που ο συγγραφέας γράφει ωραία και με βοήθησε σε αυτήν την διαπάλη.
Δεν έπεσα σε reading slump σας διαβεβαιώ.
Θα μιλήσω αρχικά για τον Άντερς. Ο Άντερς Οικονομίδης είναι ένας αντι-ήρωας, κατά την δική μου άποψη. Είναι ένας άνθρωπος με αδυναμίες, τις οποίες προσπαθεί τόσο πολύ να της κρατήσει καλυμμένες από το δημόσιο μάτι. Θα μπορούσε να είναι άνετα ο γείτονας μου, αυτός που βλέπω κάθε μεσημέρι στο φούρνο, ακόμα και αυτός που μου χαμογελάει κάθε πρωί στο λεωφορείο. Είναι κοινός χαρακτήρας. Δεν είναι κάτι το ιδιαίτερο, ούτε προσπαθεί να είναι κάτι το ιδιαίτερο. Απλά είναι καλός στην δουλειά του.
Δεν μπορώ να σχολιάζω τον ήρωα χωρίς να αναφέρω τον ανταγωνιστή. Ο Σαμαήλ είναι ιδιαίτερος. Έχει εκπαιδευτεί στρατιωτικά και είναι ο καλύτερος του είδους του. Σαν καλός ανταγωνιστής κρύβει πολλά μυστικά, τα οποία εμφανίζονται κατά την διάρκεια του βιβλίου. Είναι ο «κακός» που δεν μπορείς να μισήσεις. Είναι ο «κακός» που δικαιολογείς και πιάνεις τον εαυτό σου να ελπίζει να μην του συμβεί τίποτα. Είναι ο Σνέιπ, θα μπορούσα να πω, του κόσμου που έχει δημιουργήσει ο Γιαννίσης. Προσωπικά για μένα είναι ο πιο καλογραμμένος ανταγωνιστής (θα έγραφα κακός αλλά για έναν περίεργο λόγο δεν μου φαίνεται σωστό να τον κατατάξω στους κακούς).
Εκτός από τους δύο «πρωταγωνιστές» όλοι οι χαρακτήρες του Βαγγέλη Γιαννίση είναι διαφορετικοί χωρίς όμως να αγγίζουν τα όρια του στερεότυπου. Είναι καλογραμμένοι και μπορείς μπεις στην θέση τους χωρίς όμως να σε αφήνει να ταυτιστείς μαζί τους. Αυτό είναι αρκετά καλό γιατί προσωπικά δεν θα ήθελα να ταυτιστώ για παράδειγμα με την Μαρία και τα διλήμματα που χρειάζεται να αντιμετωπίσει.
Αυτό που εμένα με εκνεύρισε, -δεν φταίει όμως ούτε ο συγγραφέας, αλλά ούτε η ιστορία-, είναι κάτι το οποίο με ενοχλεί σαν αναγνώστης σε οποιαδήποτε αστυνομικό μυθιστόρημα και αυτό είναι η προσωπική νότα που δίνει το έγκλημα. Τι εννοώ θα ρωτήσει κάποιος. Σαν τηλεθεατής έχω ερωτευτεί τις αστυνομικές σειρές και ταινίες, ειδικότερα Σέρλοκ Χολμς και CSI ή NCIS ή Criminal Minds, ακόμα και Miss Marple και Πουαρό. Σαν αναγνώστης λατρεύω το πως γράφει η Αγκάθα Κρίστι, ο Γιάννης Μαρής αλλά και άλλοι ξένοι και εγχώριοι λογοτέχνες. Έχω μεγάλο θέμα όταν ξαφνικά η ιστορία αρχίζει να σχετίζεται με τον πρωταγωνιστή ντετέκτιβ ή επιθεωρητή. Απλά είναι ένα από τα πράγματα που με ενοχλούν στα βιβλία. Προτιμώ ο επιθεωρητής-ντετέκτιβ να αποτελεί το τρίτο πρόσωπο στο έγκλημα. Να μας παρουσιάζει το έγκλημα και να μην μετέχει.
Όμως (πάντα υπάρχει ένα όμως), δεν με ενόχλησε τόσο πολύ όσο συνήθως. Εκνευριζόμουν που συνέβαιναν τόσα μα τόσα πολλά στον Άντερς και την οικογένεια του, σε σημείο που χάνεις λίγο την αίσθηση του ρεαλισμού της ιστορία. Ο τρόπος, όμως, που είναι γραμμένο με έκανε να μου αρέσει λίγο όλο αυτό το βάσανο του πρωταγωνιστή. Μπορείς να με πεις μαζοχίστρια, μπορείς να με πεις όπως θέλεις.
Το τέλος. ΤΟ ΤΕΛΟΣ. Με στιγμάτισε. Όχι τόσο το τι συνέβει, αλλά το ότι το σταματάει απότομα. Όταν λέω απότομα, δεν εννοώ ότι σταματάει η ιστορία. Έχει το επίλογο του. Λύνονται όλα στο τέλος, αλλά δεν μας λέει τίποτα για την τύχει των χαρακτήρων. Πρέπει να περιμένω το καινούργιο, όταν και εφόσον το γράψει, για να δω τι στο καλό γίνεται μετά. ΤΙ ΓΙΝΕΤΑΙ ΜΕΤΑ; ΘΕΛΩ ΝΑ ΜΑΘΩ! ΘΕΛΩ ΝΑ ΜΑ-ΘΩ! ΝΑ – ΜΑ – ΘΩ!
Είχε αρκετές ωραίες περιγραφές. Οι χαρακτήρες είχαν βάθος, προϊστορία και εξέλιξη (λίγο περισσότερο από όσο θα έπρεπε). Είχε πολλά στοιχεία, βέβαια, που ένωναν τα βιβλία μεταξύ τους. Πολύ καλό αυτό για κάποιον που έχει διαβάσει τα υπόλοιπα βιβλία. Εγώ όμως πρώτα διάβασα, δεν ξέρω γιατί, το τελευταίο βιβλίο. Σε όλο το βιβλίο έλεγα «Μα γιατί το λέει αυτό;«, «γιατί τι έχει γίνει«, «ααααα δώσε μου λίγες παραπάνω λεπτομέρειες«, «κοίτα τον πούστη (χωρίς παρεξήγηση) τι κάνει, θα πρέπει να αγοράσω και τα άλλα δύο τώρα«.
Το να λες ότι σε κάνει ο συγγραφέας να θέλεις να διαβάσεις και τα άλλα βιβλία του, είναι το καλύτερο σχόλιο που μπορεί κάποιος να κάνει για τον εκάστοτε συγγραφέα. Αυτό σας λέω και εγώ. Με έκανε να θέλω να διαβάσω ότι έχει βγάλει μέχρι στιγμής. Τώρα κέρδισα σε διαγωνισμό το πρώτο βιβλίο του (μαζί με μία κούπα, γιουπιιιιιιιιιιι) και μόλις βρω λεφτά (ξαφνικά αρχίζει να κλαίει) θα πάρω και το δεύτερο βιβλίο.
Ένα τελευταίο σχόλιο, συγνώμη άμα σας κούρασα. Πολλοί λένε ότι είναι σουηδική λογοτεχνία από Έλληνα συγγραφέα. Ότι φέρνει ξένα πρότυπα στην εγχώρια αστυνομική λογοτεχνία. Θα διαφωνήσω. Εγώ βλέπω ότι ο άνθρωπος έχει απλά το δικό του στυλ, ναι μεν επηρεασμένο από σουηδική αστυνομική λογοτεχνία και εγχώρια, πιστεύω, αλλά το δικό του στυλ. Έχω διαβάσει αρκετά αστυνομικά, αν και δεν μπορώ (και δεν θέλω) να θεωρηθώ μετρ του είδους, για να πω ότι δεν έχω διαβάσει κάτι γραμμένο παρόμοια. Είναι ένα διαφορετικό στυλ. Καλοδεχούμενο, καθώς μου άρεσε. Και πρέπει να παρουσιάζεται έτσι και να διαφημίζεται έτσι. Έχει γράψει ο άνθρωπος (pun intended).
Σε κούρασα με το μπλα μπλα μπλα μου. Ζητώ συγνώμη. Με λίγα λόγια μου άρεσε και το προτείνω. Θα προσπαθήσω να μην μιλάω τόσο (κυρίως αερολογίες σσσσςςς).
Άμα δεν κουράστηκες πάτα την επόμενη σελίδα για να δεις την άποψη της μητέρας μου, η οποία είναι και πολύ καλύτερη αλλά και πιο μικρή! Νομίζω ότι θα έπρεπε να βάλω μόνο αυτήν αλλά δεν πειράζει!
Μέχρι την επόμενη φορά πολλά φιλιά :*
2 σκέψεις σχετικά με το “#booktalk: Ο Χορός των νεκρών”